WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
at times adv (sometimes, on occasion)ενίοτε, μερικές φορές, κάποιες φορές επίρ
 At times, I just want to quit my job.
 Μερικές φορές (or: ενίοτε) θέλω απλώς να παραιτηθώ από τη δουλειά μου.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Σύνθετοι τύποι:
ΑγγλικάΕλληνικά
at all times adv (all the time, constantly)συνεχώς, διαρκώς, αδιαλείπτως, αδιάκοπα επίρ
 Please keep your hands and arms in the car at all times.
at various times adv (on occasion)κατά διαστήματα, σε διάφορες χρονικές περιόδους, σε διάφορες φάσεις έκφρ
 At various times in her life, Zoë would get the urge to travel.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'at times' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση at times στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «at times».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!